measles

Η Ιλαρά είναι μία υψηλά μολυσματική νόσος της παιδικής ηλικίας σε  παγκόσμια κλίμακα. Χαρακτηρίζεται από πυρετό, έντονα καταρροϊκά συμπτώματα (ρινική καταρροή, βήχα, δακρυσμένα μάτια), ερυθρούς επιπεφυκότες των ματιών και καταλήγει συνήθως την πέμπτη μέρα σε γενικευμένο εξάνθημα, που καταλαμβάνει όλο το σώμα και το πρόσωπο. Η νόσος μεταδίδεται από άτομο σε άτομο καθ’όλη τη διάρκεια έκθυσης του εξανθήματος και δυο ημέρες μετά. Λόγω της υψηλής μεταδοτικότητας, δεν είναι πάντα υποχρεωτική η άμεση επαφή για την μετάδοσή της.

Τα κλινικά σύνδρομα που σχετίζονται με την Ιλαρά συνοψίζονται στα εξής:

  • Κλασσική λοίμωξη σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς
  • Τροποποιημένη λοίμωξη σε ανεπαρκώς προστατευμένους με αντισώματα έναντι της νόσου
  • άτυπη νόσος σε εμβολιασμένους ασθένεις με αδρανοποιημένο ιό.
  • νευρολογικά σύνδρομα επακόλουθα της λοίμωξης, όπως εγκεφαλομυελίτιδα και υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα
  • βαρειά νόσηση
  • επιπλοκές ιλαράς συμπεριλαμβανομένης δευτερογενούς λοίμωξης, γιγαντοκυτταρικής πνευμονίας και μεθιλαρικής εγκεφαλίτιδας με έγκλειστα

 

ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

Στάδια της λοίμωξης — η κλασσική μορφή λοίμωξης από τον ιό της Ιλαράς διακρίνεται σε τέσσερα στάδια: επώαση, πρόδρομο στάδιο, εξανθηματικό στάδιο και ανάρρωση.

  • Περίοδος επώασης – διαρκεί από 6-21 ημέρες (13 ημέρες κατά μέσο όρο). Ξεκινάει αμέσως μετά την διείσδυση του ιού στον ανανπνευστικό βλεννογόνο ή τον βλεφαρικό επιπεφυκότα. Ο ιός πολλαπλασιάζεται τοπικά, διασπείρεται στους επιχώριους λεμφαδένες και σε άλλα δικτυοενδοθηλιακά όργανα. Αυτό θεωρείται η πρώτη ιαιμία. Η περίοδος μεταδοτικότητας εκτιμάται πέντε ημέρες πριν την εμφάνιση του εξανθήματος και τέσσερις ημέρες μετά.  Κατά την περίοδο επώασης τα μολυνθέντα άτομα συνήθως  είναι ασυμπτωματικά . Αναφέρονται όμως και περιπτώσεις με  διαλείποντα συμπτώματα από το αναπνευστικό,  πυρετός και εξάνθημα.

Η εξάπλωση του ιού λόγω της ιαιμίας, μπορεί να ερμηνεύσει την ποικιλότητα των κλινικών συμπτωμάτων που εμφανίζονται. Δεύτερη ιαιμία επέρχεται λίγες ημέρες μετά την πρώτη, συμπίπτοντας με την εμφάνιση των συμπτωμάτων που σηματοδοτούντην έναρξη της πρόδρομης φάσης.

  • Πρόδρομη φάση :Η πρόδρομη φάση συνήθως διαρκεί δύο έως τέσσερις ημέρες, αλλά μπορεί να διαρκέσει μέχρι και οκτώ. Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως η κόπωση, η ανορεξία και ο πυρετός. Ακολουθούν η επιπεφυκίτιδα, η κόρυζα και ο βήχας. Η σοβαρότητα της συμμετοχής των ματιών ποικίλει και μπορεί να συνοδεύεται από δακρύρροια και φωτοφοβία. Τα αναπνευστικά συμπτώματα αποτελούν φυσική συνέπεια της βλεννογόνιας φλεγμονής των επιθηλιακών κυττάρων. Ο πυρετός υπάρχει πάντοτε σε άλλοτε άλλο ύψος και μπορεί να φτάνει τους 40ºC . Τυπικά, τα πρόδρομα συμπτώματα εντείνονται λίγο πριν την εμφάνιση του εξανθήματος.

Δείτε & κάτι άλλο που μπορεί να σας ενδιαφέρει!

baby eating

 

  • Ενάνθημα – Περίπου 48 ώρες πριν την έναρξη του εξανθήματος, οι ασθενείς συνήθως αναπτύσσουν ένα εξάνθημα στην έσω επιφάνεια των παρειών. Αυτό συνίσταται στις κλασσικές κηλίδες Koplik. Πρόκειται για λευκωπά, υπόφαια επάρματα του βλεννογόνου με ερυθηματώδη βάση 1 έως 3 mm . Συνήθως φαίνονται στον βλεννογόνο συστοιχα με τους τραπεζίτες αλλά ενδέχεται να εξαπλωθούν και να καλύψουν όλον τον στοματικό βλεννογόνο καθώς και την σκληρή και μαλακή υπερώα. Μπορεί κανείς να τα περιγράψει ως «κόκκους αλατιού σε κόκκινη βάση». Οι κηλίδες αυτές διαφαίνονται για 24-72 ώρες και υποχωρούν με την εμφάνιση του εξανθήματος. Αν και αυτό το ενάνθημα δεν εμφανίζεται σε όλλους τους ασθενείς, ωστόσο είναι παθογνωμονικό για τις περιπτώσεις που υυπάρχει υποψία ιλαράς.

 

  • Εξάνθημα Το εξάνθημα της ιλαράς εκθύεται δύο με τέσσερις ημέρες μετά την άνοδο του πυρετού. Συνίσταται σε ερυθρό κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα που πρωτοεμφανίζεται στο πρόσωππο και επεκτείνεται προς τον κορμό , τα άνω και τα κάτω άκρα. Στην πρώιμη φάση οι βλαβες αποφολιδώνονται (ξεφλουδίζουν). Το εξάνθημα μπορεί να περιλαμβάνει πετεχειώδη στοιχεία ή να εμφανίζεται ως αιμορραγικό σε σοβαρές περιπτώσεις. Στα παιδιά η έκταση και η μορφή του εξανθήματος σχετίζονται με την βαρύτητα της νόσου. Να σημειωθεί ότι η πορεία που περιγράφηκε από το κεφάλι προς τα άκρα είναι συνήθης αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις όπου το εξάνθημα ακολουθεί άλλη διαδρομή. Άλλα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι ο υψηλός πυρετός, η διόγκωση των λεμφαδένων, συμπτώματα από το ανανπνευστικό όπως φαρυγγίτιδα και επιπεφυκίτιδα χωρίς έκκριμα. Σπάνια σε σοβαρές κλινικές περιπτώσεις ανανφέρεται διόγκωση του σπλήνα και γενικευμένη λεμφαδενοπάθεια. Μέσα σε 48 ώρες από την εμφάνιση του εξανθήματος, αρχίζει η  υποχώρηση των συμπτωμάτων. Το εξάνθημα παίρνει καφεοειδές χρώμα, αρχίζει να σβήνει, με συνοδό απολέπιση . Συνήθως η διάρκεια του εξανθήματος είναι 6-8 ημέρες και η υποχώρηση γίνεται με την σειρά που εμφανίστηκε.

 

  • Ανάρρωση – ο Βήχας μπορεί να επιμείνει για μία έως δύο εβδομάδες μετά την ιλαρά. Η επανεμφάνιση του πυρετού ή επιμονή του πέρα από την τέταρτη ημέρα από την εμφάνιση του εξανθήματος, δηλώνει επιπλοκή σχετιζόμενη με τη νόσο. Μετά τη διαδρομή της νόσου, αναπτύσσεται ανοσία, η οποία σε παιδιά με ελλείματα στο ανοσοποιητικό δεν έχει ποιότητα και διάρκεια. Η ανοσία διαρκεί για όλη τη ζωή αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Η νόσος προκαλεί μία καταστολή των ανοσολογικών αντιδράσεων, κάνοντας τους ασθενείς ευάλωτους σε βακτηριακές και ιογενείς λοιμώξεις  για ένα διάστημα μετά την αποδρομή της.

 

Απόψεις και άλλες δηλώσεις που εκφράζονται από χρήστες και τρίτα μέρη (π.χ., επιστημονικούς συνεργάτες) είναι αποκλειστικά δικές τους και δεν αποτελούν απόψεις της Frezyland by Frezyderm. Την ευθύνη για περιεχόμενο που δημιουργείται από τρίτα μέρη φέρουν αποκλειστικά τα μέρη αυτά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Bester JC. Measles and Measles Vaccination: A Review. JAMA Pediatr 2016; 170:1209.
  2. Moss WJ. Measles. Lancet 2017; 390:2490.
  3. Perry RT, Halsey NA. The clinical significance of measles: a review. J Infect Dis 2004; 189 Suppl 1:S4.
  4. Richardson M, Elliman D, Maguire H, et al. Evidence base of incubation periods, periods of infectiousness and exclusion policies for the control of communicable diseases in schools and preschools. Pediatr Infect Dis J 2001; 20:380.